Πλέον θα μπορείτε να παρακολουθείτε το Ἀναγράφω και από την σελίδα του στο facebook

α.α.

Δευτέρα 29 Απριλίου 2013

Γύρω απ’ την Ακρόπολη: Περίπατοι στην Ελληνική Κοσμολογία και Δυτική Εσχατολογία. [Μέρος Δεύτερο]

Το δεύτερο και τελευταίο μέρος του κειμένου όπως δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο ηλεκτρονικό περιοδικό ypoψin.gr. Το πρώτο μέρος ΕΔΩ

Το νέο μουσείο της Ακρόπολης

Όπως σημειώθηκε στην αρχή, τα έργα διαμόρφωσης του χώρου γύρω από την Ακρόπολη μαζί με το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης των Tschumi – Φωτιάδη συνθέτουν ένα ετερόκλητο δίκτυο περιπάτων. Έτσι μετά τα λιθόστρωτα του Δ. Πικιώνη, αξίζει να αναφερθούμε στο εγχείρημα του Νέου Μουσείου της Ακρόπολης το οποίο, όπως είναι κοινώς διαπιστωμένο, αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά σύγχρονα έργα στον αθηναϊκό δημόσιο χώρο και σίγουρα διεκδικεί την ιδιότητα ενός μνημείου που θέλει να ταυτιστεί, αλλά και να αναδείξει στον διεθνή χώρο την πόλη που το φιλοξενεί. Μάλιστα, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί πως η λογική της εμβληματικής αρχιτεκτονικής ή αρχιτεκτονικής γοήτρου που θέλει να «αποδεσμεύεται από τις τοπικές ιδιαιτερότητες»[2] και να γίνεται μέρος ή συνδιαμορφωτής μιας παγκοσμιοποιημένης σύγχρονης εκφραστικής είναι αυτή ακριβώς που έχει χαρίσει ένα σημαντικό αριθμό σπουδαίων έργων ανά τον κόσμο και το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης δεν αποτελεί εξαίρεση.

Κυριακή 28 Απριλίου 2013

Γύρω απ’ την Ακρόπολη: Περίπατοι στην Ελληνική Κοσμολογία και Δυτική Εσχατολογία. [Μέρος Πρώτο]

Το παρακάτω κείμενο δημοσιεύθηκε πρώτη φορά στο ηλεκτρονικό περιοδικό ypoψin.gr

Και τότε ίσως θα πρέπει να θέσουμε το ερώτημα μήπως αυτή η επιτακτική ανάγκη που νοιώθουμε να μακρύνουμε στο άπειρο την ιστορική μας μνήμη, να ανασταίνουμε προγόνους για να εξιχνιάσουμε το ίδιο μας το μέλλον – ανάγκη που η ιστορία της ταυτίζεται με τις διαρκείς «αναγεννήσεις» και «αντιγεννήσεις» που αποτελούν αυτή την ίδια την εσωτερική λογική της ιστορίας της Δύσης – δεν είναι παρά ο ιδιαίτερος μας τρόπος να είμαστε απόντες από το παρόν, «να μην είμαστε στον κόσμο...»
Κόσμος και Ιστορία, Κ. Παπαϊωάννου


Τα λιθόστρωτα του Δ. Πικιώνη και το νέο Μουσείο της Ακρόπολης

Δ. Πικιώνης – Λεπτομέρεια λιθόστρωσης.

Η Ακρόπολη είναι ένα μνημείο που ακόμη και σήμερα στοιχειώνει αρχιτέκτονες και ποιητές και δίχως αμφιβολία αναγνωρίζεται παγκοσμίως ως σύμβολο του ευρωπαϊκού και δυτικού πολιτισμού. Παρόλα αυτά φαίνεται να μένει πολλές φορές ανεξιχνίαστη. Μάλιστα, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί πως ο προβληματισμός για τα νοήματα, τις ιδέες που ενσάρκωνε ή για τη σχέση της με την σύγχρονη πόλη και βίο πολλές φορές απουσιάζει και έτσι η Ακρόπολη στέκεται περισσότερο ως ένα ενθύμιο της «παιδικής ηλικίας της ανθρωπότητας», μια μονάχα αφορμή για κατάφαση στην ιστορική ύπαρξη του νεότερου ανθρώπου. Λειτουργεί, δηλαδή, περισσότερο ως ένας άλλος καθρέφτης μέσα απ’ τον οποίον ο άνθρωπος της νεωτερικότητας βλέπει τον εαυτό του στον ορίζοντα της Ιστορίας ως έναν ελεύθερο δημιουργό του εαυτού του και φορέα της προόδου.
Παρόλα αυτά, η διαμόρφωση του χώρου γύρω από την Ακρόπολη τα τελευταία 60 χρόνια με τα λιθόστρωτα του αρχιτέκτονα Δημήτρη Πικιώνη, την πεζοδρόμηση της Διονυσίου Αρεοπαγίτου και  το νέο Μουσείο της Ακρόπολης των Tschumi – Φωτιάδη αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές επεμβάσεις στον δημόσιο χώρο, ο οποίος, όπως έχει χαρακτηριστικά σημειωθεί, «υπήρξε πάντα το κενό υπόλοιπο της άναρχης δόμησης».[1] Σύμφωνα με τον αρχιτέκτονα Π. Δραγώνα τα τρία αυτά έργα συνθέτουν ένα ετερόκλητο δίκτυο περιπάτων με θέα την Ακρόπολη και κάθε ένα εκπροσωπεί μια διαφορετική αντιμετώπιση του αθηναϊκού δημόσιου χώρου.[2] Βέβαια αυτό που παρουσιάζει ακόμη περισσότερο ενδιαφέρον, είναι ο τρόπος που προσλαμβάνουν το μνημείο της Ακρόπολης, αλλά και ο διαφορετικός τρόπος που σηματοδοτούν την σχέση μας με την Ιστορία.

Σάββατο 27 Απριλίου 2013

Το Τροπάριο της Κασσιανής - Ελεύθερη απόδοση

Κατά τη γνώμη μου είναι ένα από τα πιο ερωτικά ποιήματα της εκκλησιαστικής παράδοσης και όχι τυχαία θεωρείται ένα από τα πιο όμορφα ποίηματά της. Βέβαια, δεν χρειάζεται κανείς να περιοριστεί σε αυτήν για να εκτιμήσει την λογοτεχνική του αξία, την ευαισθησία και την λιτότητα της γλώσσας, την απουσία της παραμικρής επιτήδευσης καθώς και την πλούσια εικονοπλασία. Η απόδοση που ακολουθεί αν και σέβεται το πρωτότυπο δεν επιδιώκει την ακριβή μετάφρασή του και έτσι αποτελεί περισσότερο μια προσωπική ερμηνεία.